Σελίδες

Σάββατο 19 Απριλίου 2008

.Matisse


Οι Matisse είναι σήμερα μια από τις μεγαλύτερες και πιο σκληρά εργαζόμενες μπάντες της ελληνικής αγγλόφωνης σκηνής. Η δισκογραφική ιστορία τους ξεκινά το 2003, όταν κυκλοφόρησαν το πρώτο τους EP με τον τίτλο «4»,το οποίο έλαβε διθυραμβικές κριτικές. Αλλά οι Matisse δεν σταμάτησαν εκεί. Το ντεμπούτο άλμπουμ τους «Cheap as art» απέσπασε την 3η θέση στο Rock & Roll καθώς και μια θέση στα 100 καλύτερα άλμπουμ της alternative σκηνής. Τα αμέσως επόμενα χρόνια βρήκαν τους Matisse να ανοίγουν τις συναυλίες σημαντικών καλλιτεχνών και συγκροτημάτων όπως οι Garbage, ο Marilyn Manson και οι Kaiser Chiefs. Οι τελευταίοι μάλιστα δεν δίστασαν να δηλώσουν ότι οι Μatisse αποτελούν ένα από τα αγαπημένα τους συγκροτήματα εκείνης της χρονιάς.
Με αφορμή λοιπόν την συναυλία τους στην Καλαμάτα, στα πλαίσια της περιοδείας τους «Toys Up» για την προώθηση του ομώνυμου άλμπουμ, ο Γιάννης Μασούρας, ο μπασίστας των Matisse είπε δύο λόγια στην «μπρίζα» στο πλαίσιο μιας φιλικής συζήτησης...

_Πώς προέκυψε ο σχηματισμός των Matisse;
«Δεν είναι δα και καμιά σπουδαία ιστορία. Ο Γιάννης (μπάσο) ήθελε να κάνει συγκρότημα και μας μάζεψε όλους είτε προσεγγίζοντας μας απευθείας, είτε μέσω κοινών γνωστών».

_Εμπνευστήκατε το όνομά σας από τον Γάλλο ζωγράφο Ανρί Ματίς;
«Ηταν μια έμπνευση της στιγμής. Ημασταν στο σπίτι μιας φίλης που σπούδαζε γραφιστική. Είχε κάνει μια αφίσα για μια υποτιθέμενη έκθεση με έργα του Henri Matisse και σκεφτήκαμε “ωραία φαίνεται αυτό γραμμένο κι επιπλέον ακούγεται όμορφο” κι έτσι βαπτίσαμε το συγκρότημα από τον πρωτεργάτη των φοβιστών».

_Αναδειχθήκατε σε σύντομο χρονικό διάστημα από τη στιγμή της ίδρυσης σας. Πιστεύετε πως αυτό οφείλεται σε κάποια ευνοϊκή τύχη ή στην έλλειψη της alternative από την εγχώρια μουσική σκηνή - αφού βλέπουμε μπάντες να κοπιάζουν και να μην αναδεικνύονται ποτέ;
«Σίγουρα ήμασταν τυχεροί, αλλά δεν πιστεύω ότι η χώρα στερείται alternative συγκροτημάτων. Το θέμα είναι ότι δεν είναι όλοι διατεθειμένοι να δουλέψουν σκληρά για να πετύχουν τα απολύτως βασικά – δηλαδή να χτίσεις ένα μικρό πυρήνα οπαδών, να ξεκολλήσεις από το λεγόμενο αντεργκράουντ. Επιπλέον, απαιτούνται μεγάλες θυσίες. Για να κάνουμε, λόγου χάρη, αυτή την περιοδεία παίρνουμε κανονική άδεια από τις δουλειές μας. Οι περισσότεροι από μας δεν θα πάνε διακοπές το καλοκαίρι. Αλλά αξίζει τον κόπο. Γινόμαστε καλύτερο συγκρότημα έτσι και περισσότεροι άνθρωποι μας μαθαίνουν. Πρέπει να επισημάνουμε, πάντως, ότι πριν από μας είχαν κάνει επιτυχία οι Raining Pleasure, οι Closer και φυσικά οι Last Drive».

_Η πρώτη σας δισκογραφική δουλειά διαφέρει υφολογικά πάρα πολύ από την τελευταία. Ηταν η επιθυμία για αλλαγή που οδήγησε και σε αυτές τις διαφοροποιήσεις του line up;
«Η πρώτη μας δισκογραφική δουλειά περιέχει υλικό που είχαμε μαζέψει από την ίδρυση της μπάντας μέχρι την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ. Αν έχει ένα ελάττωμα είναι ότι ως υλικό είναι ανομοιογενές. Τα τραγούδια του δεύτερου δίσκου γράφτηκαν σε έξι μήνες, εξ ου και το “Τoys Up” έχει πολύ συγκεκριμένο ύφος. Οσον αφορά τις αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας, αυτές γίνανε λόγω διαφορετικών μουσικών απόψεων με τα παλιά μέλη».

_Το ντεμπούτο άλμπουμ σας έφερε τον τίτλο «Cheap As Art». Ακούγεται κάπως επαναστατικό και ειρωνικό απέναντι στα σημεία των καιρών. Θα ήθελα όμως να μου εξηγήσετε λίγο περισσότερο τι θέλει να πει η επιλογή αυτού του τίτλου.
«Στόχος του τίτλου του ντεμπούτου μας ήταν να κάνει το κοινό να σκεφτεί αν η τέχνη πρέπει να έχει κάποια συγκεκριμένη χρηματική αξία. Μήπως, τελικά, οποιαδήποτε μορφή τέχνης είναι ανεκτίμητη ή μήπως και η τέχνη πρέπει υποχρεωτικά να υποκύψει κι αυτή στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς; Εντάξει, προφανώς και είναι ρητορικό το ερώτημα. Ολοι γνωρίζουμε ότι σήμερα τα πάντα έχουν την τιμή τους».

_Ανέφερα στη προηγούμενη ερώτηση τη λέξη «επαναστατικό» και τώρα θα ήθελα να ρωτήσω σε ποια σχέση βρίσκεται το στιχουργικό σας περιεχόμενο με την κοινωνική αφύπνιση;
«Τις περισσότερες φορές οι στίχοι μας έχουν αντιδογματικό χαρακτήρα. Είμαστε σίγουρα κυνικά μπασταρδάκια, αλλά στην πραγματικότητα δεν παύουμε να είμαστε ένα ποπ συγκρότημα. Συνεπώς μάλλον δεν είμαστε εμείς εκείνοι που θα επιφέρουμε την κοινωνική αφύπνιση».

_Εχετε συμμετάσχει σε μεγάλες μουσικές διοργανώσεις κι έχετε παίξει σε μεγάλες σκηνές με μεγάλα ονόματα. Ποια συνεργασία θεωρείτε πιο απολαυστική; Αισθανθήκατε ποτέ «ριγμένοι» από τις παραξενιές των «μεγάλων ονομάτων»;
«Η συνεργασία μας με τους Kaiser Chiefs και τους James ήταν πραγματικά απολαυστική κι εποικοδομητική. Το ξέρω ότι σας φαίνεται απίστευτο, αλλά κανένα μεγάλο ξένο όνομα δεν είχε παραξενιές. Οι Ελληνες διοργανωτές των μεγάλων συναυλιών είναι τις περισσότερες φορές εκείνοι που έχουν παραξενιές και κάποιοι Ελληνες τραγουδιστές που έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και θέλουν να κάνουν σάουντσεκ για 4 ώρες με αποτέλεσμα μικρότερα σχήματα όπως εμείς να υποχρεωνόμαστε να παίζουμε μπροστά σε εκατοντάδες ανθρώπους χωρίς να μπορούμε να ακούσουμε νότα».

_Γενικά οι Ελληνες καλλιτέχνες παρουσιάζουν μια εμμονή με τη διεθνή καριέρα σε σημείο που καταντά αυτοσκοπός. Εσείς ως μπάντα που βρίσκεται στο ξεκίνημα μιας σημαντικής εκτός συνόρων πορείας, πώς σχολιάζετε το γεγονός;
«Πάντα λέγαμε ότι αν εμείς περνάμε καλά, όλα τʼ άλλα θα πάρουν το δρόμο τους. Σιγά σιγά το όνομα μας ξεπερνάει τα ελληνικά σύνορα και σίγουρα περιμένουμε με ανυπομονησία να παίξουμε στις σκανδιναβικές χώρες και τη Βρετανία τον επόμενο μήνα. Προς το παρόν, όμως, το αντιμετωπίζουμε ως εμπειρία. Η σταδιοδρομία στο εξωτερικό είναι ένα όμορφο όνειρο και μακάρι να γίνει πραγματικότητα, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί αυτοσκοπό για μας. Το κάθε πράγμα στην ώρα του. Για μας τώρα προέχει να γίνει η μπάντα βιώσιμη από οικονομικής άποψης και να εδραιωθούμε στις συνειδήσεις των μουσικόφιλων της Ελλάδας».


_Εχετε αναφέρει ότι σας ενοχλεί η υποκουλτούρα του σκυλάδικου. Ποια στοιχεία της όλης νοοτροπίας είναι αυτά που σας ενοχλούν περισσότερο; Θεωρείτε πως η εμπορευματική της ισχύς έχει επηρεάσει την εναλλακτική σκηνή;
«Κυρίως το γεγονός ότι αυτός που ακούει σκυλάδικα, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν αγαπάει τη μουσική, αλλά το πανηγύρι. Και το χειρότερο είναι ότι το πανηγύρι και το τσακίρ κέφι συνοδεύονται, συνήθως, από μουσική που είναι “και καλά” μελαγχολική. Χαίρονται, δηλαδή, με κάτι δυσάρεστο. Ε, αυτό είναι αρρωστημένο και μας ενοχλεί. Από άποψης πωλήσεων δίσκων το σκυλάδικο πάει κατά διαόλου και συνεπώς όχι, δεν νομίζουμε πως επηρεάζει πλέον την εναλλακτική σκηνή».

_Στο line up σας έχουν γίνει κάποιες αξιοπρόσεκτες ανακατατάξεις. Διάβασα σε κάποια συνέντευξή σας ότι αντικαταστήσατε τον ντράμερ επειδή έπαιζε πολύπλοκα. Θεωρείτε ότι οι πιο απλές συνθέσεις ίσως σας εξασφαλίσουν μια ευρύτερη απήχηση;
«Δεν ενδείκνυνται όλα τα είδη μουσικής για επιδείξεις τεχνικής και ακόμα και στη τζαζ κάθε όργανο έχει το χώρο του. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω ότι κάποιες δηλώσεις μας παρερμηνεύτηκαν. Με τον προηγούμενο ντράμερ το πρόβλημα ήταν ότι υπήρχε ασυμφωνία χαρακτήρων κι εντελώς διαφορετικές απόψεις όσον αφορά το ύφος του συγκροτήματος. Παράλληλα, νομίζω ότι όποιος ξέρει τα βασικά της μουσικής καταλαβαίνει ότι τα περισσότερα τραγούδια μας είναι πολύπλοκα από συνθετικής άποψης. Το “Call Μe, Call Me”, για παράδειγμα, μπορεί να είναι μια εμπορική επιτυχία, αλλά η μελωδία του είναι εξαιρετικά πολύπλοκη. Για προσπαθήστε να τραγουδήσετε τη φράση “Call me, call me, Iʼll be there for you”. Στοίχημα ότι θα φαλτσάρετε στο “you”»;
_Αν και έχετε παίξει σε μεγάλες διοργανώσεις, επιλέγετε μια πόλη σαν την Καλαμάτα όπου οι συνθήκες για live δεν είναι και οι καλύτερες ελλείψει υποδομών. Βρίσκετε το κοινό των μικρών πόλεων έτοιμο για μια τέτοια εναλλακτική ακρόαση;
«Πιστεύουμε ότι μια καλή μπάντα πρέπει να παίζει υπό όλες τις συνθήκες και να προσπαθεί για το καλύτερο. Εχουμε συνηθίσει πλέον να παίζουμε σε μαγαζιά που δεν έχουν τις κατάλληλες υποδομές για ένα καλό live. Πιστεύουμε ότι στην Καλαμάτα το εναλλακτικό κοινό και όχι μόνο θα μας αγκαλιάσει, όπως συνέβη και στις Σέρρες και την Πτολεμαΐδα και στις περισσότερες επαρχιακές πόλεις που παίξαμε φέτος».